Μετά από την έκρηξη του πολέμου στην Ουκρανία, μια διεθνής ενεργειακή κρίση ήρθε να συνταράξει εθνικές οικονομίες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Στην Ευρώπη, το κόστος ενέργειας αυξάνεται δραματικά και παίρνει την πρώτη θέση στη δημόσια σφαίρα συζήτησης.
Οι κυβερνήσεις αναζητούν αναχώματα στην επακόλουθη της ρωσικής εισβολής αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου και λαμβάνουν μέτρα για να αντιμετωπίσουν την ενεργειακή ακρίβεια και ειδικά τις αυξήσεις το κόστος του ρεύματος.
Το φυσικό αέριο θεωρείται το πλέον κατάλληλο μεταβατικό καύσιμο προς μία πράσινη οικονομία, και η τιμή του συνδέεται άμεσα με την αύξηση του ενεργειακού κόστους.
Ευτυχώς, σήμερα η τεχνολογία προσφέρει και άλλες λύσεις και ίσως αυτή η κρίση να αποτελέσει μια ευκαιρία να τις αξιοποιήσουμε πιο γρήγορα από το προβλεπόμενο.
Το επιχείρημα πως η στροφή προς την πράσινη ενέργεια είναι εκείνη που τελικά πυροδοτεί την ενεργειακή κρίση είναι σίγουρα λανθασμένο.
Οι ΑΠΕ είναι το μέλλον και οι προσπάθειες των κρατών στρέφονται σε αυτές.
Όσον αφορά τη χώρα μας, το 50% του ρεύματός της προέρχεται από το φυσικό αέριο. Άρα όσο διατηρείται υψηλά η τιμή του αερίου τόσο θα έχουμε ακριβές τιμές στην ενέργεια.
Η Κυβέρνηση παίρνει μέτρα, ασκεί πίεση στην ΕΕ για πλαφόν στην τιμή φυσικού αερίου, ενισχύει επιχειρήσεις και νοικοκυριά για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, εξαντλεί τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας, επιταχύνει την ενεργειακή μετάβαση.
Ταυτόχρονα, αξιοποιεί τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης για τον ενεργειακό μετασχηματισμό και συντονίζεται δημιουργικά με τους ευρωπαίους εταίρους για την εφαρμογή κοινών ενεργητικών πολιτικών που θα προάγουν το κοινό μας μέλλον.
Στόχος είναι η μετάβαση σε ένα πράσινο μείγμα, ώστε οι ΑΠΕ να εισφέρουν το 70% στο σύνολο της ηλεκτρικής μας κατανάλωσης έως το 2030.
Ποιο ποσοστό όμως αντιπροσωπεύουν οι ΑΠΕ σήμερα στο ενεργειακό μείγμα της χώρας;
Σύμφωνα με την ανάλυση του ΙΟΒΕ (Απρίλιος 2021) για λογαριασμό της διαΝΕΟσις (https://www.dianeosis.org/research/i-energeia-stin-ellada) το μεγαλύτερο μέρος της ηλεκτρικής ενέργειας παράγεται πλέον από σταθμούς φυσικού αερίου και ΑΠΕ (ηλιακή και αιολική).
Οι ΑΠΕ αντιπροσώπευαν σχεδόν το ένα τρίτο της συνολικής παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας το 2019.
Σύμφωνα πάλι με τα στοιχεία της Eurostat, στην Ελλάδα το 35% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώθηκε το 2020 παρήχθη από ανανεώσιμες πηγές.
Επίσης, σύμφωνα με ανάλυση του “The GreenTank», η παραγωγή ηλεκτρισμού από λιγνίτη το 2021, σε σχέση με το 2020, μειώθηκε κατά 6,7%, ενώ συγκριτικά με το 2019 η μείωση άγγιξε το 49%.
Η συρρίκνωση της συνεισφοράς του λιγνίτη στην παραγωγή ρεύματος καλύφθηκε από τη σχεδόν ισόποση αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτό αέριο και Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ).
Ειδικότερα, η ηλεκτροπαραγωγή από αέριο αυξήθηκε κατά 17% σε σχέση με το 2020 και κατά 29% σε σχέση με το 2019, ενώ το μερίδιο των ΑΠΕ (ενέργεια κυρίως από αιολικά και ηλιακά πάρκα) στην κάλυψη της ζήτησης αυξήθηκε κατά 16% σε σχέση με το 2020 και κατά 41% σε σχέση με το 2019.
Για πρώτη φορά στην Ελλάδα οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) ήταν κατά το πρώτο τρίμηνο του 2021 η πρώτη πηγή ενέργειας, ξεπερνώντας το ορυκτό αέριο και τον λιγνίτη. Πιο συγκεκριμένα, η πράσινη ενέργεια από αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα, μαζί με τη δύναμη των υδροηλεκτρικών, κατάφερε να κυριαρχήσει στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής της χώρας με ποσοστό 49,13%.
Τα στοιχεία πράγματι επιβεβαιώνουν την ολοένα αυξημένη αξιοποίηση των ΑΠΕ στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Αυτό απεικονίζεται και σε όλες τις εκθέσεις της ΑΔΜΗΕ. Στο τελευταίο μηνιαίο δελτίο της για τον Φεβρουάριο 2022, το ποσοστό των ΑΠΕ στη συνολική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι 40%.
Υπάρχουν όμως και άλλα δεδομένα που επιβεβαιώνουν το σημαντικό ρόλο που δύνανται να παίξουν οι ΑΠΕ στο κόστος του ρεύματος ειδικά στη χώρα μας.
Συγκεκριμένα, θα διαπιστώσει κανείς ότι οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας αποκλιμακώνονται, κάθε φορά που αυξάνεται το μερίδιο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και βεβαίως των υδροηλεκτρικών σταθμών στο ενεργειακό μείγμα της χώρας.
Τη χαρακτηριστικότερη απόδειξη αυτού του γεγονότος δίνει εκείνο που συνέβη τη 14η Δεκεμβρίου 2021, όταν η Ελλάδα είχε τη χαμηλότερη τιμή ανά Μεγαβατώρα στην ΕΕ, με το κόστος στη χονδρεμπορική αγορά να κινείται κάτω από 200 ευρώ. Την ίδια μέρα, αντίθετα, εκτινάχθηκαν οι τιμές σε γειτονικές χώρες όπως η Ιταλία, η Ρουμανία, η Σερβία, και η Βουλγαρία.
Γιατί συνέβη όμως αυτή η εντυπωσιακή πτώση στην τιμή ανά Μεγαβατώρα;
Έρευνα του ΑΠΘ σημειώνει ότι αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα οδήγησαν σε υποχώρηση κατά 35% της τιμής χονδρεμπορικής ηλεκτρικής ενέργειας.
Τον Δεκέμβριο του 2021, χάρη στις ΑΠΕ η τιμή χονδρεμπορικής του ρεύματος στη χώρα μας συγκρατήθηκε στα 235 ευρώ/MWh, ενώ χωρίς τη συμμετοχή των ΑΠΕ η τιμή θα ήταν υψηλότερη κατά 83,8 ευρώ φθάνοντας δηλαδή στα 319,18 ευρώ/MWh. Θα υπήρχε μια πολύ πιο ζοφερή εικόνα για τις τιμές στην αγορά τον Δεκέμβριο, αν δεν συμμετείχαν οι ΑΠΕ στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής.
Όφελος 2,5 δισ. ευρώ είχε η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας το 2021 από τη λειτουργία των ΑΠΕ (αιολικά και φωτοβολταϊκά), σύμφωνα και με τη μελέτη που πραγματοποίησε για λογαριασμό της ΕΛΕΤΑΕΝ η εξειδικευμένη εταιρεία iWind Renewables. Εντυπωσιακά πραγματικά ευρήματα που αποδεικνύουν γιατί η Κυβέρνηση προσπαθεί σταδιακά να ανεξαρτητοποιηθεί από τις συμβατικές πηγές ενέργειας και τις εισαγωγές αυτών αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες και νομοθετώντας υπέρ της πράσινης ενέργειας.
Οι ΑΠΕ κουρεύουν την τιμή στην αγορά του ρεύματος. Η διαφορά του χαμηλού κόστους των αιολικών από την υψηλή, εξαιτίας των ορυκτών καυσίμων, τιμή της χονδρεμπορικής αγοράς, επιδοτεί τους λογαριασμούς ρεύματος μέσω του ΤΕΜ.
Η υψηλή τιμή της αγοράς θα ήταν ακόμα υψηλότερη εάν δεν υπήρχαν οι ανανεώσιμες.
Επειδή ο άνεμος και ο ήλιος είναι δωρεάν, οι ανανεώσιμες οδηγούν κάθε ώρα στο σταμάτημα της λειτουργίας των πιο ακριβών συμβατικών μονάδων και έτσι κουρεύεται η τιμή στη χονδρεμπορική αγορά. Το 2021 λοιπόν το κούρεμα αυτό ήταν 40% κατά μέσο όρο.
Βέβαια, αυτό δε σημαίνει πως το ενεργειακό τοπίο της χώρας μας μπορεί να αλλάξει από τη μία μέρα στην άλλη. Αν ήταν έτσι, πολλές ισχυρές χώρες της Ευρώπης που έβλεπαν την επικινδυνότητα της απόλυτης εξάρτησης τους από το ρωσικό φυσικό αέριο ήδη πριν από το 2010 θα είχαν πάρει τα μέτρα τους.
Το ενεργειακό μείγμα για να γίνει πρασινότερο και φθηνότερο θέλει αποφάσεις, θέλει νομοθετήσεις και κυρίως απαιτεί όραμα και ισχυρή πολιτική βούληση. Γιατί τα αντίπαλα συμφέροντα καραδοκούν και ναρκοθετούν τις προσπάθειες, πυροδοτώντας αντιδράσεις.
Δίνεται, επομένως, και στην ενέργεια μια μάχη ανάμεσα στην πρόοδο και στη συντήρηση, στο να πάει η χώρα μπροστά αξιοποιώντας τις ΑΠΕ ή να μείνει πίσω με τις συμβατικές μορφές ενέργειες. Όλα θέλουν χρόνο. Και σίγουρα αυτή τη στιγμή του μεγάλου ευρωπαϊκού ενεργειακού κινδύνου, ένα βήμα πίσω στον ζημιογόνο για το περιβάλλον, την υγεία αλλά και τη τσέπη μας λιγνίτη είναι ίσως απαραίτητο καθώς μας δίνει πολύτιμο χρόνο, ώστε να μπορέσουμε να κάνουμε εκείνες τις μεταρρυθμίσεις που θα μας επιτρέψουν αργότερα πολλά βήματα μπροστά. Στο πλαίσιο αυτό η ΔΕΗ αναθεώρησε το πλάνο της για την παραγωγή των ορυχείων λιγνίτη και πήρε την πρωτοβουλία αύξησης της εξορυκτικής δραστηριότητας στα λιγνιτωρυχεία της ΔΕΗ κατά 45%.
Η παρουσία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στα εγκαίνια του μεγαλύτερου φωτοβολταϊκού πάρκου στην Ευρώπη που δημιουργήθηκε στην Κοζάνη κοντά στα παραδοσιακά λιγνιτωρυχεία σηματοδοτεί το πέρασμα στο μέλλον.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε πως το έργο αυτό συμβολίζει την πράσινη μετάβαση εντός αλλά και εκτός συνόρων. Είναι το μεγαλύτερο φωτοβολταϊκό πάρκο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη συνολικά. Παράγει ενέργεια που καλύπτει τις ανάγκες 75.000 νοικοκυριών.
Απαλλάσσει τον πλανήτη από 300.000 τόνους διοξειδίου του άνθρακα.
Η χώρα αφήνει σιγά σίγα πίσω τα ακριβά και επιζήμια ορυκτά καύσιμα και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για φθηνότερο εθνικό ρεύμα μέσα από τις ΑΠΕ, μετατοπίζοντας την ενεργειακή ζυγαριά προς το εθνικό μας συμφέρον.
Συνοψίζοντας, η προαναφερθείσα έρευνα του ΙΟΒΕ κατέδειξε ότι το 66,5% της ενέργειας που καταναλώνεται σήμερα στην Ελλάδα προέρχεται από εισαγωγές σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Επομένως, τα 2/3 της ενέργειας μας είναι εισαγόμενα.
Μιλάμε με απλά λόγια για μια διπλή εθνική υποτέλεια, από τη μία έχουμε εξάρτηση από ξένα γεωπολιτικά/οικονομικά συμφέροντα και από την άλλη εθισμό σε πολλά ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα.
Με απλά λόγια, το 85% της ακαθάριστης διαθέσιμης ενέργειας στην Ελλάδα προέρχεται από πετρέλαιο, φυσικό αέριο και λιγνίτη. Ο λιγνίτης βέβαια είναι δικός μας, αλλά δυστυχώς έχει καταλήξει λόγω της ευρωπαϊκής νομοθεσίας εκτός από περιβαλλοντικά επιβλαβής να είναι και οικονομικά ασύμφορος. Τον παράγουμε μεν, αλλά τον πληρώνουμε ακριβά, σαν είδος πολυτελείας θα έλεγε κανείς.
Αντίθετα η ηλιακή και η υδροηλεκτρική ενέργεια είναι καθαρές, φθηνές, αστείρευτες πηγές ενέργειας.
Η Κυβέρνηση με σχετική νομοθεσία ενισχύει τις επενδύσεις στον τομέα της παραγωγής και αποθήκευσης καθαρής ενέργειας, στα υδροηλεκτρικά, την αντλησιοταμίευση, τα χερσαία και θαλάσσια αιολικά, τα φωτοβολταϊκά. Θα παράγεται εγχώριο και φθηνό ρεύμα, ενώ θα δημιουργούνται παράλληλα χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας.
Σύμφωνα με τον Υπουργό Περιβάλλοντος Κώστα Σκρέκα, όσον αφορά τη διείσδυση των ΑΠΕ, από 400 – 500MW που συνδέονταν κάθε χρόνο την περίοδο 2015-2019, το 2021 συνδέθηκαν νέα έργα 1.000MW και φέτος εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τα 2.000 MW.
Ο αντίστοιχος ρυθμός στη Γερμανία είναι 1.400 MW ετησίως. Εάν τώρα υπήρχαν 2 έως 3GW περισσότερες ΑΠΕ, οι τιμές θα ήταν χαμηλότερες.
Το επόμενο διάστημα κατατίθεται νομοσχέδιο για την περαιτέρω απλοποίηση της δανειοδότησης των ΑΠΕ, ώστε από 5 χρόνια που απαιτούνται σήμερα αυτή να γίνεται σε 14 μήνες. Παράλληλα, ολοκληρώνεται ο χωροταξικός σχεδιασμός για τις ΑΠΕ και εισάγεται έως τον Ιούνιο το νομοθετικό πλαίσιο για τα υπεράκτια αιολικά. Διαθέτονται πάνω από 4 δισ. ευρώ για την εξοικονόμηση ενέργειας. Ωριμάζει η συνεργασία με τους δήμους που θα εξασφαλίσουν πράσινη ενέργεια σε ευάλωτα νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Για τα νησιά, το Υπουργείο επεξεργάζεται με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων χρηματοδότηση για την πράσινη ενέργεια και υποδομές.
Η κρίση λοιπόν μπορεί να μετατραπεί σε ευκαιρία μέσω της καινοτομίας, όπως συνέβη με την Ψηφιακή Άνοιξη του Gov.gr που ήρθε σε μια δύσκολη εποχή, αυτή της πανδημίας, να ανατρέψει δεδομένα και να κάνει την καθημερινότητα του πολίτη απλούστερη και ευκολότερη.
Αντί λοιπόν να συνεχίσουμε να ξοδεύουμε το χρόνο και τη δύναμη μας σε δογματικές και παρωχημένες συζητήσεις για τη διαμόρφωση του ενεργειακού μας μείγματος, ας ανοίξουμε τα μάτια μας στη σύγχρονη ενεργειακή, αλλά και κλιματική πραγματικότητα, προτάσσοντας το εθνικό μας συμφέρον και αξιοποιώντας στο μέγιστο αυτό που πραγματικά διαθέτουμε, καθαρή, ανεξάντλητη και φθηνή ενέργεια από τις ΑΠΕ.