Πόσο αναμένεται να επηρεάσει τον Έλληνα καταναλωτή, τα υπερ και τα κατά μιας πιθανής μείωσης του ΕΦΚ που επέβαλε στον καφε η κυβέρνηση Τσίπρα το 2017.
Αυτή είναι η συζήτηση που γίνεται για την επικείμενη αύξηση της τιμής του καφέ. Έχουμε συνηθίσει να συζητάμε με έναν ιδιαίτερο τρόπο για θέματα της αγοράς, αναζητώντας ευθύνες ακόμα και για φαινόμενα που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή ή με τις προσωρινές διακυμάνσεις της αγοράς. Παρόμοιες συζητήσεις είχαμε και τα προηγούμενα χρόνια με το ελαιόλαδο. Οι τιμές αυξήθηκαν για δύο συνεχόμενα χρόνια, η αγορά προσαρμόστηκε και οι καταναλωτικές συνήθειες άλλαξαν. Κάποιοι κέρδισαν, άλλοι έχασαν, ενώ πολλοί ζητούσαν μείωση των φόρων, ενώ αυξήθηκε και η «μαύρη» αγορά ελαιολάδου. Φέτος, οι τιμές του ελαιολάδου πέφτουν. Πάλι, κάποιοι κερδίζουν, άλλοι χάνουν. Αυτός είναι ο τρόπος που λειτουργεί η οικονομία σε περιόδους κρίσης ενός προϊόντος. Έτσι λειτουργεί ο καπιταλισμός. Αξιοσημείωτο είναι ότι το κύριο είναι να παραμένουν σταθεροί οι κανόνες και να μην υπάρχουν αιφνιδιασμοί. Τα υπόλοιπα, τελικά, βρίσκονται.
Η τιμή των κόκκων Αράμπικα, που αποτελούν βασικό συστατικό του ποιοτικού καφέ στην Ελλάδα, έχει φτάσει στα υψηλότερα επίπεδα από το 1977, με αύξηση σχεδόν 70% φέτος. Η σοβαρή ξηρασία στη Βραζιλία έχει προκαλέσει ανησυχία για την παραγωγή της χώρας, ενώ η παραγωγή καφέ στη δημοφιλή ποικιλία Ρομπούστα στο Βιετνάμ έχει επίσης πλήγματα, με την τιμή να αυξάνεται κατά 88%. Άλλοι υποστηρίζουν ότι η αύξηση αυτή οφείλεται στην υπερδιπλάσια αύξηση της κατανάλωσης καφέ στην Κίνα, η οποία απορροφά μεγάλες ποσότητες της παγκόσμιας παραγωγής. Όποιος και αν είναι ο λόγος, η μεγαλύτερη εταιρεία πώλησης καφέ στον κόσμο, που εδρεύει στην Ελβετία, ανακοίνωσε ότι θα αυξήσει τις τιμές και θα μειώσει το μέγεθος των συσκευασιών για να περιορίσει την αναμενόμενη πτώση των πωλήσεων.
Επομένως, οι αυξήσεις στον καφέ, αν δεν έχουν ήδη συμβεί, είναι καθ’ οδόν. Μέχρι εδώ, πρόκειται για ένα ζήτημα της αγοράς.
Ας δούμε τώρα πώς το αντιμετωπίζουμε στην Ελλάδα. Οι άνθρωποι του κλάδου του καφέ ζητούν μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης που επιβαρύνει το προϊόν και καθιερώθηκε από την κυβέρνηση Τσίπρα το 2017, ως μέρος μιας σειράς μέτρων που έκλεισαν μια από τις τελευταίες αξιολογήσεις. Αυτός ο φόρος αποφέρει πάνω από 350 εκατ. ευρώ ετησίως στον προϋπολογισμό του κράτους. Για να τον μειώσουμε, πρέπει να θεωρήσουμε ότι η επιδότηση του καφέ είναι τόσο σημαντική ώστε να προηγηθεί άλλων προτεραιοτήτων, όπως η μείωση των φόρων για τη μισθωτή εργασία ή η αύξηση των μισθών των δασκάλων. Αυτές οι αποφάσεις λαμβάνονται από την εκάστοτε κυβέρνηση και κρίνονται από τον λαό. Από την άλλη, το κόστος του δημόσιου χώρου στους δήμους για τη δημιουργία τραπεζοκαθισμάτων, όπου οι πολίτες απολαμβάνουν τον καφέ τους, είναι θέμα των τοπικών αρχών, οι οποίες και αυτές έχουν τις δικές τους προτεραιότητες. Αλλά όλα αυτά δεν πρέπει να συγχέονται με τα προβλήματα μιας αγοράς, που συνήθως είναι προσωρινά και αποτελούν φυσιολογική εξέλιξη στον καπιταλισμό.