Ο Παύλος Μπακογιάννης γεννήθηκε στις 10/02/1935 στο χωριό Βελωτά Ευρυτανίας. Ήταν το μεγαλύτερο παιδί του παπά-Κώστα και της πρεσβυτέρας Ειρήνης.
Τα παιδικά του χρόνια συμπίπτουν με την περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου, όπου στις αρχές του ’46, η οικογένεια του κατέφυγε ως ανταρτόπληκτη στον Θέρμο Τριχωνίδας.
Τα μαθητικά του χρόνια μοιράστηκαν στο Αγρίνιο, το Καρπενήσι και την Πάτρα, ενώ αφού αποφοίτησε, αποφάσισε να πάει στον Πειραιά όπου διέμενε ο αδερφός του και να δώσει εξετάσεις στην Πάντειο Σχολή Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών.
Αργότερα, πάει στην Γερμανία και συγκεκριμένα στο Μόναχο, για να συνεχίσει τις σπουδές του, με την πρώτη του γυναίκα, Δώρα Διαμαντοπούλου, με την οποία όμως χώρισε λίγο αργότερα.
Παράλληλα, το 1963 προσλαμβάνεται, ύστερα από διαγωνισμό, ως συντάκτης με καθήκοντα διευθυντή και σχολιαστή στο ελληνικό πρόγραμμα της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας, στο οποίο αργότερα έγινε διευθυντής. Η φωνή του ακούγεται στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες, μέσω της Deutsche Welle.
To 1967, την ημέρα που ετοιμάζεται να ταξιδέψει για την Αθήνα, επιβάλλεται στην Ελλάδα η Χούντα των Συνταγματαρχών.
Ο Μπακογιάννης χρησιμοποιεί την εκπομπή του ως μέσο του δικού του αντιδικτατορικού αγώνα, σε μια προσπάθεια να αφυπνίσει τον ελληνικό λαό. Τα σχόλιά του στην Βαυαρική Ραδιοφωνία και την Deutsche Welle εξαγριώνουν τους στρατάρχες, οι οποίοι πιέζουν την γερμανική κυβέρνηση να απομακρύνει τον Μπακογιάννη από την θέση του. Οι Γερμανοί όμως δεν το έκαναν, καθώς η ελληνική εκπομπή πήγαινε ιδιαίτερα καλά κι έτσι, με το σχέδιο «Ποσειδών», η Χούντα του αφαιρεί το διαβατήριο και την ελληνική ιθαγένεια.
Οι απειλές εναντίον της ζωής του Μπακογιάννη από τους υποστηρικτές της Χούντας γίνονται πια σε καθημερινή βάση και ο καγκελάριος της Γερμανίας (Βίλι Μπραντ) του προσφέρει ειδική φρουρά για την φύλαξή του, καθώς και πολιτικό άσυλο μαζί με γερμανικό διαβατήριο. Μάλιστα, οι εχθροί του είχαν τοποθετήσει βόμβα στο γραμματοκιβώτιό του στο σπίτι του και τον έσωσε ο σκύλος του ο Νταβέλης όταν, πηδώντας κατά πάνω του, τον έριξε κάτω και γλύτωσε.
Στα χρόνια της Δικτατορίας, ο Μπακογιάννης έρχεται σε επαφή με Έλληνες εξόριστους. Ένας από αυτούς ήταν και ο Μητσοτάκης. Έτσι γνώρισε και την Ντόρα που, αν και η πρώτη εντύπωση δεν ήταν καλή, εντούτοις μετά από χρόνια έγιναν ζευγάρι.
Η Χούντα πέφτει και ο Παύλος ήταν από τους πρώτους που γύρισαν στην Ελλάδα. Ο Καραμανλής, στην πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνηση, αναθέτει στον Παύλο καθήκοντα αναπληρωτή γενικού διευθυντή στον ΕΙΡΤ, με σκοπό τον εκδημοκρατισμό του Ιδρύματος, ενώ παράλληλα αρθρογραφεί στην εφημερίδα «Το Βήμα».
Στα τέλη του 1974 παντρεύεται με την Ντόρα Μπακογιάννη και αποκτούν 2 παιδιά, την Αλεξία και τον Κώστα.
Κάπου στο 1978, στο γραφείο του, οργανώνει το Κόμμα των Νεοφιλελεύθερων, το οποίο κατέβηκε στις εκλογές και κατάφερε να εκλέξει δύο βουλευτές, τον Μητσοτάκη και τον Παύλο Βαρδινογιάννη. Δεν κράτησε όμως πολύ, καθώς αργότερα και οι δύο προσχώρησαν στην ΝΔ.
Τα επόμενα βήματα του Μπακογιάννη είναι η έκδοση ενός περιοδικού, διαφορετικού για τα ελληνικά δεδομένα. Έρχεται σε επαφή με έναν επιχειρηματία που επιθυμούσε να γίνει εκδότης, τον Κοσκωτά, και αφού συμφωνούν, αρχίζει να στήνει το εβδομαδιαίο περιοδικό ΕΝΑ. Ο Παύλος παρεμβαίνει με πολιτικά σχόλια και ενώ κερδίζει τους αναγνώστες, ένα λάθος γκάλοπ που παρουσίασε σε ένα τεύχος σχετικά με τα ποσοστά ΝΔ και ΠΑΣΟΚ ήταν αρκετό για να αρχίσουν οι βολές από δεξιά και αριστερά. Περί του 1985, ο Ανδρέας Παπανδρέου δίνει εντολή να απομακρυνθεί ο Μπακογιάννης από το περιοδικό και ο Κοσκωτάς τον υπακούει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι παρόλο που είχε όλα τα απαιτούμενα πτυχία και προϋπηρεσία ως καθηγητής στο Μόναχο, εντούτοις τόσο η ΕΣΗΕΑ δεν τον αναγνώρισε ποτέ ως δημοσιογράφο, αλλά και η Πάντειος δεν τον δέχτηκε για την θέση του καθηγητή, γιατί «ο γαμπρός του Μητσοτάκη δεν πρόκειται ποτέ να μπει εδώ μέσα».
1984. Ο Ευάγγελος Αβέρωφ αποχωρεί από την ηγεσία της ΝΔ και αρχηγός του κόμματος γίνεται ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Ο Μπακογιάννης αναλαμβάνει πολιτικός σύμβουλός του μέχρι το 1986, όπου και παίρνει την απόφαση να πολιτευτεί στην μονοεδρική περιφέρεια της Ευρυτανίας, που κατείχε το ΠΑΣΟΚ.
Έτσι λοιπόν, ξεκινά τον αγώνα του, συνομιλεί με Ευρυτάνες εντός και εκτός νόμου και τους μεταδίδει το όραμά του για την αναβάθμιση της Ευρυτανίας. Μαζί με μια επιστημονική ομάδα, καταρτίζουν πρόγραμμα για την ανάπτυξη του ορεινού νομού, το «Ολοκληρωμένο πρόγραμμα ανάπτυξης του νομού Ευρυτανίας», το οποίο και κατέθεσε στην ΕΟΚ.
1989. Έτος εκλογών και μετά το σκάνδαλο του Κοσκωτά που ξέσπασε, σύσσωμος ο ελληνικός τύπος στρέφεται κατά του ΠΑΣΟΚ ζητώντας κάθαρση. Όλα δείχνουν ότι η ΝΔ οδεύει προς την εξουσία. Όπως και έγινε, όταν στις 18/06/1989 η ΝΔ παίρνει την πλειοψηφία, όχι όμως και την αυτοδυναμία που θα της επέτρεπε την συγκρότηση κυβέρνησης.
Ο Παύλος Μπακογιάννης, που έχει καταφέρει να εκλεγεί βουλευτής, αναλαμβάνει τον ρόλο του διαπραγματευτή μεταξύ των κομμάτων και τελικά καταφέρνει να έρθει σε συνεννόηση με τον Συνασπισμό, δημιουργώντας κυβέρνηση εθνικής συνεννόησης υπό τον Τζανή Τζαννετάκη.
Στην σύντομη θητεία του στην Βουλή, ο Μπακογιάννης συμμετείχε ενεργά, αφήνοντας το αποτύπωμά του κυρίως με το νομοσχέδιο της Εθνικής Συμφιλίωσης, του οποίου ήταν εισηγητής. Πίστευε ότι η ενότητα ήταν ο μόνος δρόμος για να πάει μπροστά η χώρα και πάλευε γι’ αυτήν, προσπαθώντας να ημερεύσει τα εμφυλιοπολεμικά πάθη.
Παρόλη την προσπάθεια του όμως, το μίσος εκείνη την εποχή δεν σταμάτησε να καλλιεργείται. Η κίτρινη φυλλάδα «Αυριανή» στοχοποιεί τον Μπακογιάννη για δήθεν εμπλοκή του στο σκάνδαλο του Κοσκωτά, κάτι που υιοθετήθηκε από ορισμένα μέλη του Κοινοβουλίου και ο Παύλος δίνει μια ξεκάθαρη απάντηση από βήματος Βουλής.
Πολλές φορές είχαν απειλήσει τον Μπακογιάννη και το όνομα του ήταν πρώτο στις λίστες των τρομοκρατικών οργανώσεων. Εκείνος ωστόσο έλεγε ότι δεν έχει κάνει τίποτα σε κανέναν και πως δεν έχει εχθρούς. Άλλωστε, δεν τον σκότωσαν στα χρόνια της Χούντας, στην Δημοκρατία θα τον σκότωναν;
26 Σεπτεμβρίου 1989. 8 παρά 10. Ο Παύλος Μπακογιάννης αποβιβάζεται από το αυτοκίνητό του και ο οδηγός πάει να το παρκάρει.
Στον δεύτερο συνοδό του είχε πει να μην έρθει νωρίς στο γραφείο, γιατί το προηγούμενο βράδυ είχαν καθυστερήσει σε μια συνάντηση. Ήταν η μέρα που θα συζητούσαν στην Βουλή την παραπομπή στο ειδικό δικαστήριο του Ανδρέα Παπανδρέου.
Κατευθύνεται στο γραφείο του και αφού χαιρετά τον εφημεριδοπώλη και την καθαρίστρια της πολυκατοικίας, στέκεται μπροστά στον ανελκυστήρα και περιμένει. Ξαφνικά πετάχτηκαν οι τρομοκράτες και άρχισαν να πυροβολούν με τα 45άρια τους. Ο ένας κατέβηκε την σκάλα από τον πρώτο όροφο προς τα κάτω. Ο άλλος ανέβηκε από το υπόγειο προς τα επάνω και ο τρίτος μπήκε από την είσοδο. Ο Παύλος βλέποντας τους δολοφόνους με τα όπλα στα χέρια στράφηκε προς τα πίσω και προσπάθησε να φύγει, όμως αυτός που μπήκε από την είσοδο άρχισε να πυροβολεί εναντίον του.
Η δολοφονική οργάνωση 17Ν ανέλαβε την ευθύνη με μια προκήρυξη 12 σελίδων, στην οποία έλεγε ότι «αυτό το στόμα έπρεπε να παραμείνει κλειστό». Οι 3 δολοφόνοι ήταν ο Δημήτρης Κουφοντίνας, ο Σάββας Ξηρός και ο Βασίλης Τζωρτζάτος.
Όταν στις 8:20 μεταφέρθηκε στον Ευαγγελισμό, διαπιστώθηκε ότι δεν έχει σφυγμούς και δεν είχε καμία επαφή με το περιβάλλον. Ξεκίνησε η εγχείρηση, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Στις 8:45 η οθόνη έδειξε ισοπεδωτική γραμμή. Ο Παύλος Μπακογιάννης ήταν νεκρός.
Στις 28 Σεπτεμβρίου, στην Μητρόπολη Αθηνών, τελείται η νεκρώσιμη ακολουθία και παρά την βροχή, χιλιάδες κόσμου συγκεντρώθηκε στο Σύνταγμα και στους δρόμους γύρω από την Μητρόπολη.
Την επόμενη μέρα έγινε η ταφή του στο Καρπενήσι.
Το φέρετρό του ήταν τυλιγμένο με την γαλανόλευκη και ο κόσμος φώναζε «Ο Παύλος ζει».
Η μόνη επιγραφή που υπάρχει πάνω στο μνήμα του, είναι η φράση που πάντα έλεγε: «Στην Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα».
Την ημέρα της δολοφονίας του, εγκρίθηκε από την ΕΟΚ η χρηματοδότηση του αναπτυξιακού προγράμματος για την Ευρυτανία που ο ίδιος είχε καταθέσει.