Αυτό προκύπτει απο τον τεράστιο όγκο αιτήσεων των προγράμματων “Σπίτι μου 1 & 2”.
Είναι εντυπωσιακός ο αριθμός ενδιαφερόμενων για αγορά κατοικίας υπήρχε εδώ και καιρό. Το μόνο που χρειάζονταν ήταν ένα δάνειο. Όμως, ένιωθαν ότι δεν υπήρχε κανείς πρόθυμος να τους το παράσχει. Και δεν ζητούσαν κάποιο δωρεάν δάνειο, αλλά ένα δάνειο που θα μπορούσαν να αποπληρώσουν, με χαμηλό επιτόκιο, που να καθιστά βιώσιμη την εξυπηρέτησή του. Οι τράπεζες, οι οποίες είναι αρμόδιες για την παροχή δανείων, δεν αναγνώρισαν αυτήν την ανάγκη. Δήλωναν ότι είναι έτοιμες να προσφέρουν δάνεια, αλλά ισχυρίζονταν ότι δεν υπήρχαν πελάτες να τα λάβουν. Όμως, αυτό διαψεύστηκε. Δεν υπήρχαν πελάτες με την έννοια που είχαν στο μυαλό τους οι τράπεζες και οι στελέχη τους. Για ένα τραπεζικό ίδρυμα που θέλει να ξεχωρίσει στον ανταγωνισμό με χαμηλά επιτόκια και καινοτόμα προϊόντα, καθώς και να καταλάβει μερίδια από την αγορά των ανταγωνιστών του, υπήρχε και υπάρχει χώρος για νέα δάνεια. Όμως, οι τράπεζες δεν το εκμεταλλεύτηκαν. Άφησαν ένα σημαντικό τομέα της δουλειάς τους, τα στεγαστικά δάνεια, να δυσκολεύεται και μια ολόκληρη πελατεία χωρίς προϊόντα που να καλύπτουν τις ανάγκες της.
Τα υπόλοιπα των στεγαστικών δανείων στο τραπεζικό σύστημα έχουν μειωθεί σε 27 δισ. ευρώ από 80 δισ. το 2010 και 55 δισ. το 2019. Αυτή η μείωση αποτυπώνει την αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος, τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και κάποιες σημαντικές προσπάθειες αποπληρωμής από τους δανειολήπτες. Μέχρι εδώ όλα φαίνονται θετικά. Αυτό που δεν εξηγείται είναι πώς, ενώ το ποσοστό ιδιοκατοίκησης έχει πιθανώς πέσει κάτω από το 70%, η τραπεζική χρηματοδότηση για τη στεγαστική πίστη παραμένει αρνητική. Πώς γίνεται το 2025 οι αποπληρωμές των στεγαστικών δανείων να είναι περισσότερες από τα νέα δάνεια που δίνονται; Το 2024, οι νέες εκταμιεύσεις αναμένονται να φτάσουν τα 1,5 δισ. ευρώ από 1,3 δισ. ευρώ το 2023, όμως, μέσα σε αυτές περιλαμβάνονται περίπου 500 εκατ. ευρώ που δόθηκαν μέσω του προγράμματος «Σπίτι μου 1», δηλαδή με κρατική επιδότηση. Παρά ταύτα, οι αποπληρωμές ήταν ακόμα περισσότερες.
Το πρόγραμμα «Σπίτι μου 2» και οι χιλιάδες ενδιαφερόμενοι για αυτό αποτελούν μόνο ένα κομμάτι της αγοράς. Το πρόγραμμα απευθύνεται σε ζευγάρια ηλικίας 25 έως 50 ετών με συγκεκριμένο εισόδημα για την αγορά κατοικίας που χτίστηκε πριν το 2007 και έχει αξία έως 250.000 ευρώ. Είναι σίγουρο ότι υπάρχουν πολλές χιλιάδες άλλοι πολίτες που επίσης επιθυμούν να αγοράσουν σπίτι και χρειάζονται δάνειο, αλλά αντιμετωπίζουν ένα τραπεζικό σύστημα που τους δίνει την εντύπωση ότι δεν θέλει να τους δανείσει. Αν κάποιος αμφιβάλλει για αυτό, μπορεί να ρωτήσει τους 50.000-60.000 συμμετέχοντες στο «Σπίτι μου 2» γιατί δεν απευθύνθηκαν απευθείας στις τράπεζες.