Δήλωσε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στη Συνέντευξη Τύπου μετά την ολοκλήρωση των εργασιών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες.
«Θέλω να εκφράσω κατ’ αρχάς την ικανοποίησή μου για το γεγονός ότι καταφέραμε, μετά από επτά μήνες μήνες έντονων συζητήσεων, να πετύχουμε συμφωνία ως προς την απαραίτητη ευρωπαϊκή παρέμβαση στο ζήτημα της ενέργειας.
Από τον περασμένο Μάρτιο ήμουν από τους πρώτους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων που είχα θίξει το ζήτημα της εργαλειοποίησης των τιμών του φυσικού αερίου από τη Ρωσία και είχα ζητήσει τότε μία ενιαία ευρωπαϊκή απάντηση, η οποία θα μπορέσει να θέσει ένα πλαίσιο, ένα πλαφόν, στις ανώτατες τιμές φυσικού αερίου, έτσι ώστε να μην αναγκαζόμαστε, ως ευρωπαϊκές κοινωνίες και ως ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, να πληρώνουμε πολύ περισσότερα από όσα πρέπει προκειμένου να καλύψουμε τις ανάγκες μας σε φυσικό αέριο.
Γνωρίζετε καλά ότι μέχρι και χθες, υπήρχαν ουσιαστικές αντιδράσεις από έναν αριθμό κρατών-μελών, όμως πιστεύω ότι η επιχειρηματολογία μας -και αναφέρομαι στην πλειοψηφία των κρατών που υποστήριζαν αυτή την πρόταση- τελικά έπεισε και τους πιο καχύποπτους. Και έχουμε σήμερα μία επί της αρχής συμφωνία σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Μία συμφωνία η οποία ουσιαστικά δίνει τη δυνατότητα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προχωρήσει σε ένα σύνολο παρεμβάσεων, προκειμένου να κρατηθούν πιο χαμηλά οι τιμές του φυσικού αερίου. Μία εκ των παρεμβάσεων είναι και η δυνατότητα επιβολής αυτού που ονομάζουμε «πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου σε επίπεδο δείκτη TTF». Τώρα η ευθύνη περνάει στους Υπουργούς Ενέργειας, οι οποίοι και θα πρέπει να εξειδικεύσουν τις σχετικές προτάσεις, έτσι ώστε αυτές πια να πάρουν τον υποχρεωτικό χαρακτήρα που απαιτείται προκειμένου να γίνουν πράξη.
Σε κάθε περίπτωση θέλω να επαναλάβω ότι, ασχέτως των παρεμβάσεων που είμαστε πια σε θέση να κάνουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Ελληνική Κυβέρνηση στήριζε, στηρίζει και θα εξακολουθεί να στηρίζει τους Έλληνες καταναλωτές, τα ελληνικά νοικοκυριά, τις ελληνικές επιχειρήσεις, απέναντι στην έκρηξη των τιμών ενέργειας.
Όπως είπα και χθες, είναι μια παρέμβαση που τη διαπιστώνει ο κάθε Έλληνας πολίτης και η κάθε ελληνική επιχείρηση όταν λαμβάνει τον λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος, όπου βλέπει ξεκάθαρα το ύψος της κρατικής επιδότησης, το ποσό το οποίο θα πλήρωνε αν δεν υπήρχε αυτή η επιδότηση και το τελικό ποσό το οποίο πληρώνει.
Είναι, όμως, τελείως διαφορετικό να έχουμε τιμές φυσικού αερίου στα 200, στα 250, στα 300 ευρώ η μεγαβατώρα και τελείως διαφορετικό να έχουμε τιμές φυσικού αερίου που σήμερα είναι στα 110-112 ευρώ -αν δεν κάνω λάθος- η μεγαβατώρα. Και πιστεύω ότι ένας από τους βασικούς λόγους που η τιμή του φυσικού αερίου έπεσε τον τελευταίο μήνα, ήταν ακριβώς διότι οι αγορές διαπίστωσαν ότι είμαστε σοβαροί ως προς την απειλή μας να επιβάλουμε -εφόσον αυτό χρειαστεί- ένα είδος πλαφόν στο φυσικό αέριο.
Άρα θεωρώ ότι οι αγορές μέτρησαν την ευρωπαϊκή αντίδραση, διαπίστωσαν ότι η Ευρώπη -έστω και με καθυστέρηση- είναι διατεθειμένη να κινηθεί σε αυτή την κατεύθυνση και πιστεύω ότι το τελικό αποτέλεσμα θα είναι θετικό για όλους μας διότι θα πληρώνουμε χαμηλότερες τιμές φυσικού αερίου, χωρίς όμως να διακινδυνεύσουμε και την ασφάλεια του εφοδιασμού. Ένα ζήτημα το οποίο, προφανώς, είναι σημαντικό για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.
Από εκεί και πέρα, εκτός της ενέργειας είχαμε και μια αναλυτική συζήτηση σήμερα το πρωί ως προς τη στρατηγική σχέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Κίνα. Και ολοκληρώσαμε τις εργασίες μας με την έγκριση των σχετικών αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου γύρω από τα ζητήματα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Με αυτή την ευκαιρία να καταδικάσω -ακόμα μια φορά- με τον πιο ισχυρό, με τον πιο έντονο τρόπο αυτές τις απαράδεκτες ρωσικές επιθέσεις εναντίον των υποδομών της Ουκρανίας. Επιθέσεις που, ουσιαστικά, κατευθύνονται κατά αμάχων και στοχεύουν, ουσιαστικά, στο να τρομοκρατήσουν τον ουκρανικό πληθυσμό. Επαναλάβαμε για ακόμα μια φορά την πλήρη στήριξή μας στην προσπάθεια της Ουκρανίας να υπερασπιστεί την εδαφική της ακεραιότητα», επεσήμανε.