Η κυβέρνηση επιδότησε το φθηνό ρεύμα στους αγρότες για μία 10ετία και ο Πρωθυπουργός σήμερα ανακοίνωσε από το βήμα της Βουλής τη ρύθμιση 700 κόκκινων δανείων συνεταιρισμών και 21.000 αγροτών.
Υπάρχει ένα μέρος των ανθρώπων που δραστηριοποιούνται στην ύπαιθρο, όπως αγρότες και επιχειρηματίες του τομέα, οι οποίοι νιώθουν αποκομμένοι από τις εξελίξεις. Και αυτό δεν αφορά νέες οικονομικές απαιτήσεις ή ενισχύσεις, αλλά την αναστάτωση που έχει προκληθεί από την κατανομή των κοινοτικών επιδοτήσεων, οι οποίες ήταν σταθερές τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Για αυτούς τους «κανονικούς» αγρότες, η κατάσταση είναι εξαιρετικά τεταμένη. Αντιμετωπίζουν αβεβαιότητα και σύγχυση σχετικά με την κατανομή των επιδοτήσεων της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής από το 2023 και μετά. Οι πληροφορίες που κυκλοφορούν, καθώς δεν υπάρχουν επίσημα δεδομένα, δείχνουν ότι η κατάσταση είναι παράλογη. Δεν ξέρουν ποιος και πότε θα πάρει τα ποσά που του αναλογούν, κάτι που δυσκολεύει τον προγραμματισμό τους. Παράλληλα, εμφανίζονται αρκετά παράδοξα, όπως εκτάσεις με βαμβάκι που χαρακτηρίζονται βιολογικές για να πάρουν περισσότερη επιδότηση, παρά το γεγονός ότι δεν είναι δυνατόν να συγκομιστεί μεγάλες ποσότητες χωρίς φυτοφάρμακα.
Εκπρόσωποι των αγροτών, όπως η Εθνική Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών, αναφέρουν μια παράλογη γεωγραφική κατανομή των επιδοτήσεων, με το ένα τρίτο των «πράσινων» κονδυλίων να καταλήγουν σε αγρότες της Κρήτης, αντί σε περιοχές με μεγαλύτερη γεωργική παραγωγή. Η κατανομή αυτή είναι αδιαφανής, αφού η αρμόδια διοίκηση του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν έχει δώσει επίσημα στοιχεία για το πώς κατανέμονται τα κονδύλια. Η ΕΘΕΑΣ συγκέντρωσε τις πληροφορίες μέσω ερωτηματολογίων προς τους αγρότες και διαπίστωσε ότι μεγάλο ποσοστό των επιδοτήσεων κατευθύνθηκε σε ανθρώπους που χρησιμοποιούν τη γεωργία ως δεύτερη πηγή εισοδήματος.
Η όλη αναστάτωση ξεκίνησε όταν μέρος των κονδυλίων της νέας ΚΑΠ μεταφέρθηκε από τις άμεσες ενισχύσεις στην επιβράβευση για περιβαλλοντικές πρακτικές και για προϊόντα χωρίς φυτοφάρμακα. Αυτή η πολιτική, αν και αρχικά αποσκοπούσε στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της ποιότητας των προϊόντων, έχει προκαλέσει καχυποψία και διαμάχες ανάμεσα σε περιοχές και καλλιέργειες. Παρά την ανάγκη για διαφάνεια, επικρατεί αοριστία και η κατάσταση παραμένει συγκεχυμένη, εντείνοντας την καχυποψία.
Αυτό είναι το κλίμα που επικρατεί στην πλειοψηφία των αγροτών, οι οποίοι, παρά τις δυσκολίες, δεν είναι πολλοί εκείνοι που θα συμμετέχουν στις επερχόμενες αγροτικές κινητοποιήσεις. Παρ’ όλα αυτά, κάποιοι άλλοι θα εκφράσουν την αντίθεσή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ ταυτόχρονα θα απαιτούν μεγαλύτερες επιδοτήσεις και εγγυημένες τιμές για τα προϊόντα τους, γεγονός που περιπλέκει ακόμα περισσότερο την εικόνα αντί να τη διασαφηνίζει.