Απο την εποχή της μαζικής νεας επιχειρηματικότητας σε καταστήματα πώλησης Καφε, στην όλο και αυξανόμενη τάση δημιουργίας νέων Mini Markets.
Στην Ελλάδα, για χρόνια, η συνεχής δημιουργία καταστημάτων καφέ αποτελεί ένα από τα πιο σταθερά φαινόμενα. Η αγάπη για αυτήν τη δραστηριότητα ήταν διάχυτη σε κάθε γωνιά της χώρας. Όταν κάποιος έχανε τη δουλειά του, άνοιγε καφέ. Όταν δεν έβρισκε εργασία, δανειζόταν και άνοιγε καφέ. Αν αποφάσιζε να αφήσει την υπαλληλική θέση, άνοιγε καφέ. Ακόμα και αν απλώς αγαπούσε τον καφέ, άνοιγε καφέ. Η Ελλάδα δημιουργούσε ασταμάτητα νέες επιχειρήσεις, και οι πόλεις μας μετατράπηκαν σε «καφετέριες» παντού.
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια αλλαγή στις τάσεις της ελληνικής μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Η δημιουργία παντοπωλείων (ή μπακάλικων, στην πιο σύγχρονη μορφή τους) έχει πάρει πλέον τα ηνία. Με ελάχιστη προστιθέμενη αξία στην οικονομία, σχεδόν 11.609 νέες επιχειρήσεις ανοίχτηκαν το 2024 στον τομέα του λιανικού και χονδρικού εμπορίου, με τις περισσότερες να αφορούν μικρά καταστήματα τροφίμων. Αυτή η κατηγορία ξεπέρασε τη δημοφιλή τάση των καφέ και εστιατορίων, με 9.433 νέες επιχειρήσεις σε αυτόν τον τομέα.
Αν στην περίπτωση του καφέ το μεγάλο περιθώριο κέρδους ήταν το βασικό κίνητρο για την ανάπτυξή του, είναι πραγματικά ενδιαφέρον τι βλέπουν οι νέοι επιχειρηματίες στα καταστήματα τροφίμων, δεδομένου ότι τα περιθώρια κέρδους στην παραδοσιακή τους μορφή είναι συνήθως μικρά και για τις μεγάλες αλυσίδες τείνουν προς το μηδέν. Εκτός αν, όπως λένε ορισμένοι αναλυτές, το κόστος έχει μεταφερθεί στους μικρούς επιχειρηματίες, όπου ο πληθωρισμός ανεβαίνει ανησυχητικά. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι βλέπουν κάτι, όπως έβλεπαν και στα καφέ, αλλά πιθανότατα δύσκολα θα αντέξουν την πρώτη οικονομική δυσχέρεια και τη μείωση της κατανάλωσης.
Γενικά, σύμφωνα με το ΓΕΜΗ (Γενικό Εμπορικό Μητρώο), 63.000 νέες επιχειρήσεις ιδρύθηκαν το 2024, σχεδόν τριπλάσιες από τις 22.200 που έκλεισαν την ίδια χρονιά, και αυτό είναι θετικό. Ωστόσο, ανάμεσα στις νέες επιχειρήσεις, υπάρχουν και άλλες, λιγότερο εντυπωσιακές. Δημιουργήθηκαν 6.754 επιχειρήσεις από επαγγελματίες όπως υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι και μηχανικοί, πιθανόν για να βελτιώσουν την οικονομική τους κατάσταση μετά τα φορολογικά μέτρα της κυβέρνησης. Παρόλο που είναι επιχειρηματικές δραστηριότητες, δεν αποτελούν παραδοσιακή «επιχειρηματικότητα».
Στον τομέα της μεταποίησης, οι επιχειρήσεις που παράγουν και επεξεργάζονται προϊόντα, συχνά μεγαλύτερες σε μέγεθος και με δυνατότητες εξαγωγών, περιορίστηκαν σε μόλις 2.500 το 2024. Αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 5% του συνόλου των νέων επιχειρήσεων, πράγμα που καταδεικνύει ότι η χώρα συνεχίζει να κινείται με όνειρα «να γίνουμε αφεντικά του εαυτού μας», χωρίς πραγματική κατανόηση των απαιτήσεων αυτών των προσπαθειών. Οι περισσότερες από αυτές τις νέες επιχειρήσεις, στον τομέα της εστίασης και του λιανικού εμπορίου, δεν αντέχουν περισσότερο από δύο χρόνια. Οι Έλληνες πληρώνουν ακριβά για να μάθουν τα μαθήματα επιχειρηματικότητας και τελικά συνειδητοποιούν ότι ούτε οι ιδέες τους ήταν τόσο καλές, ούτε είχαν τη διάθεση να κάνουν όσα χρειάζονταν για να πετύχουν.