23 Αυγούστου του 1864 γεννιέται στις Μουρνιές Χανίων το πέμπτο παιδί του έμπορου Κυριάκου Βενιζέλου και της Στυλιανής Πλουμιδάκη: ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Έμελλε να είναι ο μεγαλύτερος πολιτικός της νεότερης ιστορίας που εμπνεύστηκε και δούλεψε για το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας.
Αν και το όνομά του είναι άμεσα συνδεδεμένο με την Κρήτη, εντούτοις τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στα Κύθηρα και έπειτα στην Σύρο, αφού μετά την επανάσταση του 1866 στο νησί, η οικογένειά του εξορίστηκε.
Μετά την ολοκλήρωση των γυμνασιακών του σπουδών, γυρνά στην Κρήτη. Ο πατέρας του ήθελε να τον κάνει έμπορο και να συνεχίσει την δουλειά του, παρόλο που το νεαρό παιδί ήθελε να διευρύνει τους ορίζοντές του. 2 χρόνια έμεινε στο μαγαζί, όταν τελικά ο πατέρας του πείστηκε να τον αφήσει να σπουδάσει.
Έτσι, το 1881, ο Ελευθέριος γίνεται φοιτητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Ωστόσο, ένα χρόνο μετά, ξαναγυρνά στα Χανιά, αφού ο θάνατος του πατέρα του του κληρονομεί τόσο την επίβλεψη του μαγαζιού, όσο και την θέση του προστάτη της οικογένειας.
Προσπαθεί να μην χάσει την επαφή του με την επιστήμη του και παράλληλα αρχίζει μόνος του να μαθαίνει ξένες γλώσσες. Άντεξε 20 μήνες και τελικά έκλεισε το μαγαζί και γύρισε στην Αθήνα να ολοκληρώσει τις σπουδές του.
Σε ηλικία 24 ετών, ο ανήσυχος και φιλόδοξος νέος αρχίζει να αναμιγνύεται στην πολιτική.
Παίρνει το βάπτισμα του πυρός, εκλεγμένος ως αντιπρόσωπος στην γενική συνέλευση, ένα καθεστώς τοπικής αυτοδιοίκησης της Κρήτης. Συμμετέχει με το κόμμα των φιλελεύθερων, το κόμμα των ξυπόλητων όπως λεγόταν.
(Ονομάστηκε Κόμμα των Ξυπόλητων γιατί οι υποστηρικτές του προέρχονταν από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα και κυκλοφορούσαν ξυπόλητοι. Αντίθετα, το αντίπαλο κόμμα που αποτελούταν από ανθρώπους της αστικής τάξης, ονομάστηκε το Κόμμα των Καραβανάδων)
Το 1891 παντρεύεται την Μαρία Ελευθερίου και αποκτούν 2 παιδιά, τον Κυριάκο και τον Σοφοκλή. Η γυναίκα του όμως πεθαίνει στον τοκετό του Σοφοκλή, κάτι που του στοίχισε και τον βύθισε σε κατάθλιψη. Από τότε και μετά αφήνει τα γένια του, σε ένδειξη πένθους. Για λίγο εγκαταλείπει την δικηγορία και την πολιτική, καθώς θρηνεί για τον χαμό της.
Μετά την ανακήρυξη της Κρήτης ως αυτόνομη πολιτεία, αρμοστής του νησιού γίνεται ο πρίγκιπας Γεώργιος και ο Βενιζέλος γίνεται υπουργός Δικαιοσύνης. Αν και αρχικά οι δύο άντρες είχαν καλές σχέσεις, ο φιλελεύθερος πολιτικός ήρθε σε σύγκρουση με τον απολυτάρχη Γεώργιο, μια σύγκρουση που οδήγησε στην επανάσταση στο Θέρισσο το 1905.
Ο νεαρός δικηγόρος, επαναστάτης τώρα, αγωνίζεται για την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα και η Κρητική χωροφυλακή εκδίδει ένταλμα σύλληψης εναντίον του.
Τα 2 μικρά του παιδιά βρίσκονται δίπλα του. Ο αγώνας του αναγκάζει τον πρίγκιπα να παραιτηθεί. Μετά το τέλος, ενισχύει με Κρήτες αγωνιστές των αγώνα των Μακεδονομάχων του Παύλου Μελά.
Η φήμη του Βενιζέλου έχει ξεπεράσει πια την Κρήτη και όλη η Ελλάδα τον θεωρεί σωτήρα του Έθνους.
Μετά το κίνημα στου Γουδή, ο στρατιωτικός σύνδεσμος τον καλεί να κυβερνήσει την Ελλάδα, χωρίς εκλογές. Εκείνος όμως αρνείται να λάβει έτσι την εξουσία, και ζητά εκλογές, στις οποίες και θριαμβεύει.
Γίνεται πρωθυπουργός, ηγούμενος το κόμμα των Φιλελευθέρων, και θέτει σε εφαρμογή ένα ευρύ πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων σε όλους τους τομείς, που όμοιό του δεν είχε δει η χώρα
Η εκσυγχρονιστική πολιτική του βούληση αποτυπώθηκε στο Σύνταγμα του 1911. Ήταν εκείνος που, μεταξύ άλλων, θέσπισε την Αργία της Κυριακής, συγκρότησε το συμβούλιο της επικρατείας και καθιέρωσε την υποχρεωτική εκπαίδευση.
Ταυτόχρονα, αρχίζει να καταστρώνει το σχέδιο της Μεγάλης Ελλάδας, ετοιμάζοντας διπλωματικά και στρατιωτικά την χώρα.
Η Ελλάδα μπαίνει στους Βαλκανικούς πολέμους και στόχος του Βενιζέλου είναι να αποκτήσει τον έλεγχο του Αιγαίου. Για εκείνον, οι νικηφόρες μάχες δεν διεύρυναν μόνο τα σύνορα της χώρας, αλλά και τους ψυχολογικούς ορίζοντες του έθνους.
Με την εξαιρετική στρατιωτική επιτυχία αλλά και την διπλωματική στην συνθήκη του Βουκουρεστίου, το 1912 και 1913 διπλασίασε την Ελλάδα και την έκανε «σεβαστή δια τους φίλους και τρομεράν δια τους εχθρούς».
Στα χρόνια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ξεκινά και η περίοδος που ονομάστηκε εθνικός διχασμός.
Ο Βενιζέλος προβλέπει νίκη των συμμάχων Γάλλων και Άγγλων στον πόλεμο, οι οποίοι του ζητούν βοήθεια. Διαφωνεί όμως με τον βασιλιά Κωνσταντίνο, ο οποίος στηρίζει την ουδετερότητα και τους Γερμανούς, και έτσι παραιτείται.
Στις εκλογές ο λαός υπερψηφίζει το κόμμα των Φιλελεύθερων και ο Βενιζέλος κηρύσσει γενική επιστράτευση. Ο Κωνσταντίνος διαφωνεί και ο Βενιζέλος παραιτείται και πάλι.
Οι Έλληνες χωρίζονται σε 2 στρατόπεδα: τους βενιζελικούς και τους αντιβενιζελικούς.
Το μίσος εναντίον του Βενιζέλου μεγαλώνει. Ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών του ρίχνει ανάθεμα και πλήθος κόσμου μαζεύεται και πετάει πέτρες, 280 στο σύνολο. Είναι από τις ελάχιστες φορές που η εκκλησία αναμείχθηκε στα πολιτικά. Ο πολιτικός διατάζει να μην απομακρυνθούν οι πέτρες.
Μετά από πολλές αναταραχές και την εκθρόνιση του Βασιλιά, ο Βενιζέλος θέτει την Ελλάδα στο πλευρό των νικητών του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Με την συνθήκη των Σεβρών στην Γαλλία, δημιουργεί την Μεγάλη Ελλάδα, την Ελλάδα των 2 ηπείρων και των 5 θαλασσών.
Αποχωρεί για την Αθήνα, όταν δύο απότακτοι Έλληνες στον σταθμό της Λυόν τον πυροβολούν για να τον σκοτώσουν, όμως δεν τα κατάφεραν.
Πίσω στην Ελλάδα, η Βουλή τον ανακηρύσσει Άξιων της Πατρίδος.
Παρόλα αυτά όμως, χάνει τις εκλογές, αφού οι αντίπαλοι του πολιτεύονται με σύνθημα «ψηφίστε μας για να φέρουμε πίσω τα παιδιά σας από το μέτωπο» και επαναφέρουν τον Κωνσταντίνο στον θρόνο.
Έτσι, φεύγει στο Παρίσι. Το 1921 νυμφεύθηκε την Έλενα Σκυλίτση στο Λονδίνο.
Τα χρόνια παραμονής του στην Γαλλία καταλαβαίνει τις συνέπειες του διχασμού και αναγνωρίζει ο ίδιος το μερίδιο των ευθυνών του. Άλλωστε, όπως ο ίδιος είπε αργότερα, «οι μεγάλοι μάστορες κάνουν τα μεγάλα λάθη».
Όντας πάντα στις υπηρεσίες της πατρίδας, κλήθηκε να συνεισφέρει με τη διπλωματική του εμπειρία και το αναμφισβήτητο διεθνές κύρος που διέθετε, στη διαμόρφωση της Συνθήκης της Λωζάνης, στην οποία σύρθηκε η ηττημένη Ελλάδα στα πεδία των μαχών της Μικράς Ασίας υπό τον Κωνσταντίνο. Κατόρθωσε να υπογραφεί συνθήκη χωρίς τις εξοντωτικές απαιτήσεις των τούρκων.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επανήλθε στην κεντρική πολιτική σκηνή το 1928, μετά από μία μεγάλη περίοδο πολιτικής αστάθειας. Κυβέρνησε έως το 1932 σε μία ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο για την παγκόσμια οικονομία.
Θα επιτελέσει σημαντικό έργο σε πολλούς τομείς και ιδιαίτερα στις εξωτερικές σχέσεις της χώρας, όπου υπέγραψε σύμφωνα φιλίας με την Ιταλία και τη Σερβία κι έθεσε τις βάσεις της ελληνοτουρκικής φιλίας με τον Κεμάλ Ατατούρκ. Μάλιστα, πρότεινε τον Νεότουρκο για το Νόμπελ Ειρήνης το 1934, κάτι που φυσικά προκάλεσε εντάσεις και δυσαρέσκεια, ιδίως από τους πρόσφυγες Έλληνες που, ως επί το πλείστον, ήταν βενιζελικοί.
To 1931, με προεδρικό διάταγμα διακηρύσσει την εθνική κυριαρχία της Ελλάδας στα 6 ναυτικά μίλια θαλάσσης και 10 ναυτικά μίλια αέρος. Η κίνηση αυτή αποτελεί ένα ισχυρό διπλωματικό χαρτί, ακόμα και σήμερα.
Ξεκινώντας από αυτήν την βάση που έθεσε ο Βενιζέλος και την οποία οι Τούρκοι είχαν αποδεχτεί για 40 χρόνια, η Ελλάδα μπορεί να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια όποτε το επιθυμεί.
2 χρόνια αργότερα σχηματίζει την έβδομη και τελευταία του κυβέρνηση.
Στις εκλογές της 5ης Μαρτίου οι Φιλελεύθεροι ηττώνται και την επομένη ακολουθεί το αποτυχημένο φιλοβενιζελικό κίνημα Πλαστήρα.
Στις 6 Ιουνίου έγινε νέα απόπειρα δολοφονίας του από πολιτικούς του αντιπάλους, η οποία και πάλι απέτυχε. Αποχωρεί από την πολιτική σκηνή και καταφεύγει στο Παρίσι. Λίγους μήνες αργότερα, δικάζεται ερήμην στην Αθήνα από την κυβέρνηση Τσαλδάρη και τελικώς καταδικάζεται σε θάνατο ως «προδότης της πατρίδος».
Ο Βενιζέλος άφησε την τελευταία του πνοή στο Παρίσι στις 18 Μαρτίου 1936 από εγκεφαλική συμφόρηση.
Προσωπικότητες όλου του κόσμου καταθέτουν φόρο τιμής στον μεγάλο Έλληνα πολιτικό και άνθρωπο.
Στην Ελλάδα όμως, που υπάρχει ακόμα έντονο το αντιβενιζελικό κίνημα, η σορός του δεν πέρασε από την Αθήνα υπό τον φόβο επεισοδίων. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι αντιβενιζελικοί φώναζαν να πεταχτεί η σορός του στην θάλασσα. Έτσι, μεταφέρθηκε κατ’ ευθείαν στην Κρήτη και ενταφιάστηκε στη γνώριμη γη του Ακρωτηρίου Χανίων, που συνδέθηκε άρρηκτα με την αγωνιστική του παρουσία για την πραγματοποίηση των οραμάτων του.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος θεωρείται από πολλούς ως ο μεγαλύτερος των Ελλήνων.
Μαέστρος της τέχνης του εφικτού, κατόρθωσε να αλλάξει την Ελλάδα, σε μέγεθος και νοοτροπία.
Ένας άνθρωπος που αγαπήθηκε από τους μισούς, και μισήθηκε από τους άλλους μισούς.