Στις χθεσινές εκλογές το κόμμα του Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) αναδείχθηκε πρώτο με ποσοστό 28,6% και 208 έδρες.
Στις πρώτες του δηλώσεις ανέφερε πως πρόκειται για «ιστορική εκλογική νύχτα», στόχος τώρα είναι να σχηματίσουμε μια κυβέρνηση ικανή να αναλάβει δράση το συντομότερο δυνατό». «Πρέπει να είμαστε σε θέση να δράσουμε γρήγορα».
Ποιος είναι ο Φρίντριχ Μερτς:
Ο Μερτς σπούδασε νομική και εργάστηκε αρχικά ως δικαστής και αργότερα ως δικηγόρος στη δικηγορική εταιρεία Mayer Brown LLP. Έχει επίσης διατελέσει σε ηγετικές θέσεις σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, όπως η BlackRock Germany και η HSBC Trinkaus & Burkhardt, ενώ υπήρξε μέλος των διοικητικών συμβουλίων της EY Germany, της ποδοσφαιρικής ομάδας Borussia Dortmund και του Χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης (Deutsche Börse).
Προστατευόμενος του εκλιπόντος Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ο Μερτς κατέγραψε μια απίστευτη τροχιά ανόδου στις τάξεις των Χριστιανοδημοκρατών καταφέρνοντας στις αρχές τις δεκαετίας του 2000 να αναδειχθεί ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής τους Ομάδας.
Ψηλός και με δυνατή φωνή, ο υπερσυντηρητικός Μερτς εξέφραζε τέλεια το κόμμα του το 1989, όταν εξελέγη για πρώτη φορά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Με καταγωγή από το Ζάουερλαντ, μια ορεινή περιοχή στη δυτική Γερμανία με έντονο καθολικό στοιχείο ο Μερτς ενσάρκωσε πολλές από τις αξίες της Δυτικής Γερμανίας πριν από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου – ως κοινωνικά συντηρητικός, ατλαντιστής επιχειρηματίας .
Η κόντρα με τη Μέρκελ
Ωστόσο, η επανένωση της Δυτικής με την Ανατολική Γερμανία το 1990 επέτρεψε στην Άνγκελα Μέρκελ, την Ανατολικογερμανίδα κόρη ενός προτεστάντη πάστορα, να εισέλθει στην πολιτική και να παραμερίσει τόσο τον Σόιμπλε όσο και τον Μερτς στην πορεία της προς την καγκελαρία. Άλλωστε το ανατολικό κομμάτι της Γερμανίας παραμένει το αδύνατο σημείο του Μερτς, αφού οι εκεί ψηφοφόροι τον εμπιστεύονται λιγότερο από τους αντιπάλους του ηγέτες των Σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων.
Το ίδιο αυτό ανατολικό τμήμα της Γερμανίας είναι που έδωσε φτερά στο ακροδεξιό AfD με τις νίκες που κατήγαγε πέρυσι σε τοπικές εκλογές θέτοντας τη μεγαλύτερη πρόκληση για την εξουσία του Μερτς.
Οι επαγγελματίες σύμβουλοι της CDU ουδέποτε αγάπησαν τον Μερτς, ο οποίος απορρίφθηκε δύο φορές ως διάδοχος της Μέρκελ στο τιμόνι του κόμματος, το 2018 και το 2021, προτού επικρατήσει τελικά το 2022. Ανέλαβε τα καθήκοντά του δεσμευόμενος να εξοντώσει πολιτικά το AfD αποστασιοποιούμενος από τις κεντρώες πολιτικές της Μέρκελ και μετακινώντας το κόμμα του προς τα δεξιά.
Ωστόσο το AfD, που κυμαινόταν στο 10% όταν ο Μερτς ανέλαβε τα ηνία της CDU, έφθασε να βρίσκεται εννέα ποσοστιαίες μονάδες πίσω από τους συντηρητικούς. «Θέλω να κάνω πολιτική ώστε να μην χρειάζεται πλέον στη Γερμανία ένα κόμμα όπως το AfD», είπε ο Μερτς σε συνέδριο των συντηρητικών του τον Ιανουάριο, κατηγορώντας τον Σοσιαλδημοκράτη Όλαφ Σολτς και τους Πράσινους ελάσσονες εταίρους του απερχόμενου καγκελάριου για τη δημιουργία των συνθηκών που έθρεψαν την ακροδεξιά.
Η σκληρή γραμμή του Μερτς στο μεταναστευτικό
Τον Ιανουάριο, μετά από δύο φονικές επιθέσεις με κυρίους υπόπτους μετανάστες, ο Μερτς προκάλεσε αντιδράσεις με τους ελιγμούς του για να ψηφιστεί ένα ψήφισμα από την Μπούντεσταγκ με σκληρή γραμμή στο μεταναστευτικό, το οποίο πέρασε τελικά με την υποστήριξη της ακροδεξιάς. Οι επικριτές του, ακόμη και στο ίδιο του το κόμμα, σχολίασαν την κίνηση του Μερτς ως μια ασυγχώρητη παραβίαση του πολιτικού «τείχους», που είχαν ορθώσει τα κόμματα του «δημοκρατικού τόξους», για να κρατήσουν τo ΑfD μακριά από την εξουσία, ενώ ακολούθησαν διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα.
Για κάποιους, ήταν ένα στρατηγικό «φάουλ» του Μερτς, που δεν ταίριαζε με τις τακτικές του ικανότητες, οι οποίες του επέτρεψαν να φέρει σε δυσχερή θέση επανειλημμένα τον Σολτς, πρώτα με μια επίσκεψη στο Κίεβο το 2022, που εξέθεσε τον δισταγμό της καγκελαρίου να υποστηρίξει την Ουκρανία και στη συνέχεια ζητώντας από ένα δικαστήριο να καταρρίψει έναν προϋπολογισμό, θέτοντας σε κίνηση την αλυσίδα των γεγονότων που οδήγησαν στην κατάρρευση της κυβέρνησης συνασπισμού του Σολτς.
Η ψηφοφορία για το μεταναστευτικό στη Μπούντεσταγκ δημιούργησε μια παρατεταμένη αίσθηση δυσπιστίας έναντι του Μερτς και τροφοδότησε ανησυχίες ότι μπορεί να τα βρει σκούρα στην προσπάθειά του να πείσει άλλα κόμματα να μετάσχουν σε κυβερνητική συμμαχία υπό τον ίδιο.